Πάλι χορεύουν οι μέρες γύρω μου.
Πάλι οι νύχτες με αποφεύγουν. Στέκομαι στο άψυχο και ψυχρό δωμάτιο και νοσταλγώ
το σήμερα. Το αύριο, ανάμνηση του χθες, ξεχασμένη. Κοιτάζω τα χαμογελαστά
πρόσωπά τους και αναρωτιέμαι, δεν καταλαβαίνω. Πώς είναι δυνατόν να μην το
είδαν; Πώς είναι δυνατόν να μην το ένιωσαν; Πως ο ήλιος πάγωσε και το φεγγάρι
λιώνει.. Κι εσύ δεν άκουσες τις πεταλούδες να ουρλιάζουν. «Κοίτα, ζωγράφισα την
ελπίδα!», μου είπες και το χαμόγελο των ματιών σου άστραψε. Όμως η κόλλα σου
ήταν κενή, διάφανη. Αμέσως σκοτείνιασες. «Μα, δεν καταλαβαίνω..», ψιθύρισες κι
έφυγες. Έτρεξα, σε κυνήγησα, προσπάθησα να σε σταματήσω. Να σου πω πως ο ήλιος
πάγωσε και το φεγγάρι λιώνει, όμως με κοίταξες κι εσύ με αυτό το βλέμμα. Μου
είπες να μην φοβάμαι. Να μην φοβάμαι.. Όμως εγώ είχα δει.. Είχα δει.. Εσύ δεν
είχες δει.. τους πειρατές να ονειρεύονται και τους δράκους να δακρύζουν..
ποσο υπεροχο:)
ΑπάντησηΔιαγραφήποση ομορφιααα:)